ULALUME - ΟΛΟΛύΜΗ (ΟΥΛΑΛΟΥΜ - TOY EDGAR ALLAN POE - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΜΑΥΡΟΣ ΓΑΤΟΣ - - ΔΙΑΒΑΖΕΤΑΙ *ΜΟΝΟ* ΝΥΧΤΑ )
ULALuΜΕ, ΟΛΟΛύΜΗ
ULALuΜΕ, ΟΛΟΛύΜΗ
Ήταν οι ουρανοί σταχτιοί και ζοφεροί
Ήταν τα φύλλα ξερaμένα και στεγνά -
Ήταν τα φύλλα μαραμένα και στεγνά
Τη νύχτα εκείνη του μοναχικού Οκτώβρη
Εκείνη την ατέλειωτη χρονιά.
Ήταν σκληρή η ζωή στη λίμνη του Ύπερ
Στις ομίχλες του διάμεσου Παράξ-
Στην υγρασία της θαμπής της λίμνης του Ύπερ
Στα στοιχειωμένα δάση του Παράξ.
Δίπλα σε μια Τιτάνια αλλέα
Κυπαρισσιών, τριγύριζα με την Ψυχή-
Κυπαρισσιών, με την ψυχή μου, την Ψυχή.
Κι έμοιαζε με ηφαίστειο η καρδιά
Με ποταμούς τη λάβα να κυλά
Δίχως σταματημό η λάβα να κυλά
Σε δύσοσμα ποτάμια στις πλαγιές
Σε παγωμένα μέρη, πολικά-
Με στεναγμούς κυλούσε η λάβα στις πλαγιές
Στα Βορινά βασίλεια, τα πολικά.
Μιλούσαμε νηφάλια και σοβαρά
Μα η σκέψη μας παραλυμένη και στεγνή
Ήταν η μνήμη μας απατηλή, κι ήταν στεγνή
Δεν ξέραμε πως ήτανε Οκτώβρης,
Δεν νιώσαμε τη νύχτα της χρονιάς-
(Πιο νύχτα, αχ, από τις νύχτες όλες της χρονιάς!)
Ούτε αναγνωρίσαμε τη λίμνη του Ύπερ
(Αν κι εδώ κάτω κάποτε βρεθήκαμε ξανά)
Δεν τη γνωρίσαμε τη λίμνη τη μουντή του Ύπερ
Τα στοιχειωμένα δάση του Παράξ.
Κι έτσι, καθώς γερνούσε πια η νύχτα,
Και το ρολόι των αστριών έδειχνε την αυγή-
Όπως τ' αστέρια μαρτυρούσαν την αυγή
Στο τέλος του μονοπατιού μία ρευστή
Μια νεφελώδης λάμψη ξαφνικά γεννήθηκε.
Και από μέσα της μια θαυμαστή ημισέληνος
Με το διπλό της κέρατο αναδύθηκε -
Της Αστάρτης η διαμαντοστόλιστη ημισέληνος
Με το διπλό της κέρατο- εκθαμβωτική.
Κι είπα- «από την Άρτεμη αυτή 'ναι πιό θερμή:
Ρέει σ’ έναν αιθέρα στεναγμών-
Στροβιλιζόμενη σε μία χώρα στεναγμών:
Είδε το δάκρυ που δεν έχει ξεραθεί
Στα μάγουλα που το σκουλήκι κατοικεί,
Και ήρθε, απ’ τ’ άστρα των Λεονταριών
Για να μάς δείξει την οδό των ουρανών-
Προς την Λήθη των γαλήνιων ουρανών-
Ανέτειλε, σε πείσμα των Λεονταριών,
Να μάς φωτίσει, με ματιά αστραφτερή-
Ανέτειλε απ' τη φωλιά των Λιονταριών
Με αγάπη στη ματιά της τη λαμπρή.»
Μα η Ψυχή, έδειξε με το δάχτυλο,
Κι είπε- «τούτο το άστρο το φοβάμαι-
Τη χλωμάδα της, παράξενο, φοβάμαι:
Αχ, βιάσου! Ας μη μένουμε άλλο εδώ!
Αχ, πέτα! Ας πετάξουμε!- αλλού να πάμε.»
Μιλούσε τρομαγμένη, κι άφησε να πέσουν
Τα φτερά της, ώσπου σέρνονταν στη σκόνη-
Σιγόκλαιγε με ολολυγμούς, αφήνοντας να πέσουν
Οι φτερούγες της, να σέρνονται στη σκόνη-
ώσπου σερνόταν αξιοθρήνητα στη σκόνη.
Απάντησα- «Ένα όνειρο είναι μόνο:
Ας προχωρήσουμε προς το τρεμάμενο το φως!
Ας το λουστούμε το κρυστάλλινο το φως!
Το μεγαλείο το Σιβυλλικό του λάμπει
Όλο Ελπίδα κι όλο Ομορφιά απόψε:-
Δες! Ως τα ουράνια λαμπυρίζει μές στη νύχτα!
Ω, τη λάμψη του ας εμπιστευτούμε,
Σίγουρα θα μάς οδηγήσει ορθά-
Τη λάμψη του άφοβα ας εμπιστευτούμε
Το δίχως άλλο θα μάς οδηγήσει ορθά,
Έτσι που λάμπει, ως τά Ουράνια, μές στη νύχτα.»
Γαλήνεψα έτσι την Ψυχή, τη φίλησα,
Την έβγαλα απ' τη βαθιά της λύπη-
Νίκησα τους ενδοιασμούς της και τη λύπη
Και προχωρήσαμε μαζί στο τέλος του ορίζοντα,
Μα μάς σταμάτησε η πόρτα ενός τάφου-
Η πόρτα ενός τάφου ενεπίγραφου
Κι είπα, «Τι γράφει, ω, γλυκιά μου αδερφή,
Στου τάφου τούτου την επιγραφή;»
Κι απάντησε εκείνη- «Ολολύμη- Ολολύμη-
Είναι το μνήμα της χαμένης σου Ολολύμης!»
Κι έγινε η καρδιά σταχτιά και ζοφερή
Σαν τα φύλλα τα στεγνά και τα ξερά-
Σαν φύλλα μαραμένα και ξερά-
Και φώναξα- «ήταν σίγουρα Οκτώβρης
Την ίδια τούτη νύχτα, την περσινή χρονιά
Που ταξίδεψα- ταξίδεψα κάτω εδώ
Που κουβάλησα το τρομερό φορτίο μου εδώ -
Τη νύχτα αυτή πού ναι πιο νύχτα από τις νύχτες,
Ποιος δαίμονας με τράβηξε να ξαναρθώ;
Γνώρισα τώρα τη θαμπή τη λίμνη του Ύπερ
Τη σκοτεινή διάμεση χώρα του Παράξ-:
Γνώρισα τώρα τη μουντή τη λίμνη του Ύπερ,
Τη στοιχειωμένη τούτη χώρα του Παράξ.»
ULALuΜΕ, ΟΛΟΛύΜΗ
Ήταν οι ουρανοί σταχτιοί και ζοφεροί
Ήταν τα φύλλα ξερaμένα και στεγνά -
Ήταν τα φύλλα μαραμένα και στεγνά
Τη νύχτα εκείνη του μοναχικού Οκτώβρη
Εκείνη την ατέλειωτη χρονιά.
Ήταν σκληρή η ζωή στη λίμνη του Ύπερ
Στις ομίχλες του διάμεσου Παράξ-
Στην υγρασία της θαμπής της λίμνης του Ύπερ
Στα στοιχειωμένα δάση του Παράξ.
Δίπλα σε μια Τιτάνια αλλέα
Κυπαρισσιών, τριγύριζα με την Ψυχή-
Κυπαρισσιών, με την ψυχή μου, την Ψυχή.
Κι έμοιαζε με ηφαίστειο η καρδιά
Με ποταμούς τη λάβα να κυλά
Δίχως σταματημό η λάβα να κυλά
Σε δύσοσμα ποτάμια στις πλαγιές
Σε παγωμένα μέρη, πολικά-
Με στεναγμούς κυλούσε η λάβα στις πλαγιές
Στα Βορινά βασίλεια, τα πολικά.
Μιλούσαμε νηφάλια και σοβαρά
Μα η σκέψη μας παραλυμένη και στεγνή
Ήταν η μνήμη μας απατηλή, κι ήταν στεγνή
Δεν ξέραμε πως ήτανε Οκτώβρης,
Δεν νιώσαμε τη νύχτα της χρονιάς-
(Πιο νύχτα, αχ, από τις νύχτες όλες της χρονιάς!)
Ούτε αναγνωρίσαμε τη λίμνη του Ύπερ
(Αν κι εδώ κάτω κάποτε βρεθήκαμε ξανά)
Δεν τη γνωρίσαμε τη λίμνη τη μουντή του Ύπερ
Τα στοιχειωμένα δάση του Παράξ.
Κι έτσι, καθώς γερνούσε πια η νύχτα,
Και το ρολόι των αστριών έδειχνε την αυγή-
Όπως τ' αστέρια μαρτυρούσαν την αυγή
Στο τέλος του μονοπατιού μία ρευστή
Μια νεφελώδης λάμψη ξαφνικά γεννήθηκε.
Και από μέσα της μια θαυμαστή ημισέληνος
Με το διπλό της κέρατο αναδύθηκε -
Της Αστάρτης η διαμαντοστόλιστη ημισέληνος
Με το διπλό της κέρατο- εκθαμβωτική.
Κι είπα- «από την Άρτεμη αυτή 'ναι πιό θερμή:
Ρέει σ’ έναν αιθέρα στεναγμών-
Στροβιλιζόμενη σε μία χώρα στεναγμών:
Είδε το δάκρυ που δεν έχει ξεραθεί
Στα μάγουλα που το σκουλήκι κατοικεί,
Και ήρθε, απ’ τ’ άστρα των Λεονταριών
Για να μάς δείξει την οδό των ουρανών-
Προς την Λήθη των γαλήνιων ουρανών-
Ανέτειλε, σε πείσμα των Λεονταριών,
Να μάς φωτίσει, με ματιά αστραφτερή-
Ανέτειλε απ' τη φωλιά των Λιονταριών
Με αγάπη στη ματιά της τη λαμπρή.»
Μα η Ψυχή, έδειξε με το δάχτυλο,
Κι είπε- «τούτο το άστρο το φοβάμαι-
Τη χλωμάδα της, παράξενο, φοβάμαι:
Αχ, βιάσου! Ας μη μένουμε άλλο εδώ!
Αχ, πέτα! Ας πετάξουμε!- αλλού να πάμε.»
Μιλούσε τρομαγμένη, κι άφησε να πέσουν
Τα φτερά της, ώσπου σέρνονταν στη σκόνη-
Σιγόκλαιγε με ολολυγμούς, αφήνοντας να πέσουν
Οι φτερούγες της, να σέρνονται στη σκόνη-
ώσπου σερνόταν αξιοθρήνητα στη σκόνη.
Απάντησα- «Ένα όνειρο είναι μόνο:
Ας προχωρήσουμε προς το τρεμάμενο το φως!
Ας το λουστούμε το κρυστάλλινο το φως!
Το μεγαλείο το Σιβυλλικό του λάμπει
Όλο Ελπίδα κι όλο Ομορφιά απόψε:-
Δες! Ως τα ουράνια λαμπυρίζει μές στη νύχτα!
Ω, τη λάμψη του ας εμπιστευτούμε,
Σίγουρα θα μάς οδηγήσει ορθά-
Τη λάμψη του άφοβα ας εμπιστευτούμε
Το δίχως άλλο θα μάς οδηγήσει ορθά,
Έτσι που λάμπει, ως τά Ουράνια, μές στη νύχτα.»
Γαλήνεψα έτσι την Ψυχή, τη φίλησα,
Την έβγαλα απ' τη βαθιά της λύπη-
Νίκησα τους ενδοιασμούς της και τη λύπη
Και προχωρήσαμε μαζί στο τέλος του ορίζοντα,
Μα μάς σταμάτησε η πόρτα ενός τάφου-
Η πόρτα ενός τάφου ενεπίγραφου
Κι είπα, «Τι γράφει, ω, γλυκιά μου αδερφή,
Στου τάφου τούτου την επιγραφή;»
Κι απάντησε εκείνη- «Ολολύμη- Ολολύμη-
Είναι το μνήμα της χαμένης σου Ολολύμης!»
Κι έγινε η καρδιά σταχτιά και ζοφερή
Σαν τα φύλλα τα στεγνά και τα ξερά-
Σαν φύλλα μαραμένα και ξερά-
Και φώναξα- «ήταν σίγουρα Οκτώβρης
Την ίδια τούτη νύχτα, την περσινή χρονιά
Που ταξίδεψα- ταξίδεψα κάτω εδώ
Που κουβάλησα το τρομερό φορτίο μου εδώ -
Τη νύχτα αυτή πού ναι πιο νύχτα από τις νύχτες,
Ποιος δαίμονας με τράβηξε να ξαναρθώ;
Γνώρισα τώρα τη θαμπή τη λίμνη του Ύπερ
Τη σκοτεινή διάμεση χώρα του Παράξ-:
Γνώρισα τώρα τη μουντή τη λίμνη του Ύπερ,
Τη στοιχειωμένη τούτη χώρα του Παράξ.»
Edgar Allan Poe
μετάφραση Μιλτιάδης Θαλασσινός (Μαύρος Γάτος)
Η Βιρτζίνια Πόε - Κλεμμ, σύζυγος και πρώτη ξαδέρφη του Έντγκαρ Άλλαν Πόε, πέθανε από φυματίωση το 1847- μερικούς μήνες μετά γράφτηκε το Ουλαλούμ. Τον θάνατό της δεν τον ξεπέρασε ποτέ ο Πόε: ολοένα και πιό ασταθής ψυχολογικά (ποτέ βέβαια δεν ήταν ιδιαίτερα σταθερός), έκανε δυό αποτυχημένες απόπειρες να ξαναφτιάξει τη ζωή του, και τις δυό φορές με ποιήτριες. Πέθανε δύο χρόνια μετά, σαράντα χρονών, αλκοολικός.
Ο Πόε μεγάλωσε ορφανός και από τους δύο γονείς, μεγάλωσε με την οικογένεια Άλλαν και μετά έζησε με την Βιρτζίνια και την μητέρα της και θεία του. Όταν παντρεύτηκαν, εκείνη ήταν 13 χρονών, κι εκείνος 27.
Ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε, από τους πιό αμφιλεγόμενους λογοτέχνες της ιστορίας, κατακρίθηκε από πολλούς πνευματικούς ανθρώπους (μεταξύ των οποίων και ο αγαπημένος μου Μαρκ Τουαίην), και το έργο του απαξιώθηκε σαν παραλογοτεχνία. Από την άλλη όμως, το ίδιο έργο επηρέασε δεκάδες σπουδαίους λογοτέχνες, κι ενέπνευσε γενιές νεότερων λογοτεχνών - στον απόηχό του δημιουργήθηκαν νέα λογοτεχνικά (ή παραλογοτεχνικά, όπως το βλέπει κανείς) είδη, όπως η λογοτεχνία μυστηρίου και η αστυνομική λογοτεχνία...
Ένας από εκείνους που επηρεάστηκαν από το έργο του Έντγκαρ Άλλαν Πόε, ήταν και ο δικός μας Μπάρμπα Γιάννης Σκαρίμπας, που με τη σειρά του ενέπνευσε τον Νικόλα Άσιμο, κι έτσι δημιούργησε ο καθένας την δικιά του Ουλαλούμ - Ολολύ(γ)μη...
Ο Πόε μεγάλωσε ορφανός και από τους δύο γονείς, μεγάλωσε με την οικογένεια Άλλαν και μετά έζησε με την Βιρτζίνια και την μητέρα της και θεία του. Όταν παντρεύτηκαν, εκείνη ήταν 13 χρονών, κι εκείνος 27.
Ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε, από τους πιό αμφιλεγόμενους λογοτέχνες της ιστορίας, κατακρίθηκε από πολλούς πνευματικούς ανθρώπους (μεταξύ των οποίων και ο αγαπημένος μου Μαρκ Τουαίην), και το έργο του απαξιώθηκε σαν παραλογοτεχνία. Από την άλλη όμως, το ίδιο έργο επηρέασε δεκάδες σπουδαίους λογοτέχνες, κι ενέπνευσε γενιές νεότερων λογοτεχνών - στον απόηχό του δημιουργήθηκαν νέα λογοτεχνικά (ή παραλογοτεχνικά, όπως το βλέπει κανείς) είδη, όπως η λογοτεχνία μυστηρίου και η αστυνομική λογοτεχνία...
Ένας από εκείνους που επηρεάστηκαν από το έργο του Έντγκαρ Άλλαν Πόε, ήταν και ο δικός μας Μπάρμπα Γιάννης Σκαρίμπας, που με τη σειρά του ενέπνευσε τον Νικόλα Άσιμο, κι έτσι δημιούργησε ο καθένας την δικιά του Ουλαλούμ - Ολολύ(γ)μη...
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
Ulalume είναι ένα φανταστικό όνομα, που προέρχεται κατά πάσα πιθανότητα από το λατινικό ρήμα Ululare, θρηνώ.
Η "νύχτα της χρονιάς" είναι η 31η Οκτώβρη, η Νύχτα όλων των Ψυχών (το βράδυ πριν το Haloween)
Το Ύπερ (Auber) και το Παράξ (Weir) είναι - φυσικά - φανταστικά μέρη. Υπάρχει στο πρωτότυπο κι ένα τρίτο, το "όρος Yaneek", που δεν χώρεσε στη μετάφρασή μου.
Η "νύχτα της χρονιάς" είναι η 31η Οκτώβρη, η Νύχτα όλων των Ψυχών (το βράδυ πριν το Haloween)
Το Ύπερ (Auber) και το Παράξ (Weir) είναι - φυσικά - φανταστικά μέρη. Υπάρχει στο πρωτότυπο κι ένα τρίτο, το "όρος Yaneek", που δεν χώρεσε στη μετάφρασή μου.
Μαύρος Γάτος 3-4-2007
Απαγορεύεται οποιαδήποτε αναδημοσίευση χωρίς την άδειά μου
email επικοινωνίας:
( miltiadis_s@yahoo.gr )
.
17 σχόλια:
H μετάφρασή σου είναι πολύ επιμελημένη και γεμάτη ωραίες ιδέες και επιλογές (έχω και μερικές μικροενστάσεις, αλλά είναι ασήμαντες). Eκείνο που μου λείπει είναι το ότι δεν διατήρησες το μέτρο του πρωτοτύπου, που το θεωρώ πολύ χαρακτηριστικό στοιχείο του.
Nα επισημάνω δυό απροσεξίες: το χώρισμα μεταξύ 4ης και 5ης στροφής (στη δικιά μου έκδοση τουλάχιστον) είναι 3 στίχους πιο κάτω, και λείπει ο τελευταίος στίχος της 6ης στροφής. Kαι ένα τυπογραφικό: η ημισέληνος θέλει ήτα.
Αγαπητέ μου Π σ ευχαριστώ πάρα πολύ για τις παρατηρήσεις σου. Το μέτρο του πρωτότυπου ποικίλλει πολύ από στίχο σε στίχο, γι αυτό κι εγώ αφέθηκα να το μεταφέρω ελεύθερα. Νομίζω ότι έδωσα στις περισσότερες περιπτώσεις κάτι από την αίσθηση του πρωτότυπου. Το ίδιο ισχύει και για την ομοιοκαταληξία.
Για το θέμα του διαχωρισμού των στροφών θα το κοιτάξω, το δικό μου αντίτυπο πάντως έτσι είναι. ¨οσο για το ορθογραφικό... ντράπηκα πολύ. Αλλά, νυχτερινές δουλειές, βλέπεις....
Και πάλι σ ευχαριστώ, καλό απόγευμα
Σ;))))
Σιγά που θα ντραπείς: τυπογραφικό είπα, όχι ορθογραφικό. Yπάρχει περίπτωση να πιστέψει κανείς ότι δεν ξέρεις πως γράφεται η σελήνη;
H έκδοση που έχω είναι τα άπαντα του Πόε της Penguin.
Oι λέξεις και οι φράσεις που έχεις διαλέξει δίνουν πάρα πολλά από την αίσθηση του πρωτοτύπου. Για την ομοιοκαταληξία τα έχω γράψει και στο Gravity: κατά τη γνώμη μου είναι το τελευταίο από όσα θα έπρεπε να νοιαστεί να μεταφέρει μιά μετάφραση. Aλλά «το μέτρο του πρωτότυπου ποικίλλει πολύ από στίχο σε στίχο»; Mε ελάχιστες εξαιρέσεις είναι ανάπαιστος throughout (με μόνη διαφοροποίηση τον πρώτο πόδα, που άλλοτε είναι πλήρης --υ και άλλοτε λειψός -υ), και ο ανάπαιστος αυτός δίνει ένα πολύ ενδιαφέρον μονότονο μουρμουρητό.
¨Ενα άλλο στοιχείο που ποικίλλει στο μέτρο είναι η καταληκτική συλλαβή, που άλλοτε υπάρχει κι άλλοτε όχι... Πάντως θα το ξανακοιτάξω Σ;)))
Συγνώμη, οι στροφές στο πρωτότυπο δεν υπάρχουν; Αν δεν υπήρχαν στροφές,γιατι και οι δυο κατασκευάσατε δικές σας, αλλοιώνοντας την υφή της τεχνικής του;
Πάντως το ποίημα είναι κάτσε καλά. Βαρύ, πένθιμο και γεμάτο αναμνήσεις πόνου.
Αλίμονο! Αλίμονο! απείραχτο είναι το ποίημα... Το αντίθετο θα ήταν ιεροσυλία. Και η Αστάρτη όταν θυμώνει....
Ο Π μιλάει για το μέτρο και για κάποιες λεπτομέρειες στο χωρισμό των στροφών...
Σ;)))
Τεκέλι λι- πολύ καλή (μετάφραση!)
μου άρεσε πολύ.
μπορώ να κάνω παραγγελιά το "κοράκι"; εκτός αν έχει ήδη ανέβει και δεν το ξέρω(?)
το ουλαλούμ του σκαρίμπα εξίσου εκπληκτικό, αν και πιτσιρίκι που το πρωτοάκουσα από τον άσιμο δε είχα ιδέα...
Μπορω να πω οτι ειναι λιγο καταθλιψη...αλλα μου αρεσε...
Σας ευχαριστώ για την καλλιέργεια ψυχής που επιτυγχάνετε μέσα από τέτοια ποιήματα. Μαύρε Γάτε, με την άδειά σου χρησιμοποίησα πληθυντικό γιατί μόλις διάβασα κανά δυο ακόμη σε άλλα blogs... Με την άδειά σου είπα; Ουπς! Γκάφα.. ;)
Να σαι καλά
μου άρεσε και η μετάφραση και το ταίριασμα με την Pavane..συγχαρητήρια..λάτρης του Poe κι εγώ http://elafini.blogspot.com/2007/03/oval-portrait-by-edgar-allan-poe_04.html
Καλο Πασχα...
Αναγεννηση σε ο,τι επιθυμεις...
Επειδή είναι ημέρα τώρα δεν θα διαβάσω το ποίημα, αλλά διάβασα το κείμενο για τον Πόε.
Αισθάνομαι μια πηγαία και ασυγκράτητη οικειότητα με τους ανθρώπους που λατρεύουν αυτό το ποίημα- τραγούδι! Η αλήθεια είναι ότι το ποίημα του Πόε δεν το είχα διαβάσει μέχρι τώρα, αλλά γι' αυτό σε έχουμε στην καρδιά μας, Μάυρε Γάτε!:)
Dormammu, Natalia, Νίκο, Σάς ευχαριστώ για τα σχόλια και για τις ευχές, καλή Ανάσταση πνευματική να έχουμε...
Ανχελίτο πρέπει να ομολογήσω ότι ούτε κι εγώ το ήξερα το πρωτότυπο Ουλαλούμ. Για αυτό και αποφάσισα να το μεταφράσω... Το Κοράκι πιθανόν ν ακολουθήσει... Αλλα΄ήδη μπορώ να μεταφράσω την φράση κλειδί του: ΠΟΤΕ ΠΙΑ. Αν σκεφτεί κανείς ότι ένα από τα πιό αγαπημένα μου ελληνικά τραγούφδια όλων των εποχών είναι το ΠΟΤΕ ΠΙΑ του Δήμου Μούτση.... Καταλαβαίνει πόσο βαθιές είναι οι επιρροές του Πόε και οι εκλεκτικε΄ς συγγένειες μαζί του...
Βασιλκούδαμ' ανταποδίδω τις ευχές...
Sandmanivo φίλε(η) μου η 'άδεια" για τα blogs είναι δεδομένη - η υποσημείωση έχει άλλο στόχο: δεν θα ήθελα να εμφανιστεί κάπου η μετάφρασή μου χωρίς να το ξέρω, ή ακόμα χειρότερα σαν το έργο κα΄ποιου άλλου. Με καταλαβαίνεις νομίζω...
Elafini μου με την πρώτη ευκαιρία θα εντρυφήσω στο Ημεροδίχτυ σου Σ;)))))
Θα ήθελα την άποψή σας για κάτι σημαντικό: Πριν φτάσω στο Ολολύμη είχα σκεφτεί το Αλοιμόνη. Ποιό από τα δύο σάς φαίνεται καλύτερο; Μ ενδιαφέρει πάρα πολύ η γνώμη σας.
Μάλιστα. Μα κι εγώ σε ιεροσυλία αναφερόμουν έμμεσα (αλλά ήμουν ευγενικός :))) ). Τώρα μεθοδολογικά δεν ξέρω τι να προσθέσω, αλλά τώρα που το ξαναδιάβασα μου άρεσε πολύ, πάρα πολύ.
Γάτε, υπέροχα δομημένο post. Βέβαια το "υλικό" πάντα βοηθά κι ετούτο είναι πολύτιμο κι άκρως εύθραστο.
Δημοσίευση σχολίου