31 Ιαν 2012

Ο κύκλος της ζωής


Η κλασική γελοιογραφία του αγαπημένου Κυρ... με ένα μαυρογάτειο σχόλιο.
Πολύ θα ήθελα να μάθω την άποψη του Κυρ, αν τύχει και το δει. Σ;-)))


YΓ: έψαξα αλλά δεν βρήκα πουθενά πρόσβαση στον Κυρ για να τού το στείλω (ηλεκτρονικά). Αν κάποιος μπορεί, ας τού το δείξει...

30 Ιαν 2012

ΠΑΤΡίΔΑ ΚΑΡΤΟύΝ





ΠΑΤΡίΔΑ ΚΑΡΤΟύΝ


όσο πιό πλατιά τα φτερά μου ανοίγω
τόσο πιο πολύ με πολεμάς
και ασφυκτιώ και ζητώ να φύγω


και με καλοπιάνεις μού γελάς
με σφιχταγκαλιάζεις με κρατάς
και με στραγγαλίζεις λίγο λίγο


Θυμάστε εκείνα τα παλιά πολύχρωμα καρτούν; Που εξαφανίστηκαν κι εκείνα, αθόρυβα, μαζί με ό,τι θεωρούσαμε τότε ζωή; Θυμάστε που οι «κακοί» ήρωες, ο Τζέρυ, το Μπουλντόγκ, ο Συλβέστερ, ο Κογιότε, ο Έλμερ Θαντ, τινάζονταν στον αέρα, έπεφταν από γκρεμούς, γίνονταν χαλκομανία με αστείο τρόπο από υπερμεγέθη σφυριά, τραίνα, φορτηγά, πέτρες, αλαφιασμένα κοπάδια, και στην επόμενη σκηνή ήταν και πάλι ακέραιοι κι αρτιμελείς, για να ξαναγίνουν σε λίγο αλοιφή μ’ έναν ακόμα πιο ευρηματικό τρόπο;

Έτσι κάπως νόμισαν οι περισσότεροι, που είναι και πάλι έτοιμοι, με την ψήφο τους ή με την αποχή τους, να ξαναδώσουν την Εξουσία σε κείνους που την λυμαίνονται τριανταέξι χρόνια τώρα, έτσι κάπως νόμισαν πως είναι και η Ελλάδα μας: άθραυστη, αλεξίκακη, αλεξίσφαιρη, ανεξάντλητη. Και πως μπορούσαν να την διαφθείρουν, να την ληστέψουν, να την βιάσουν, όσο γούσταρε κι όσο μπορούσε ο καθένας, χωρίς εκείνη να πάθει το παραμικρό. Νόμισαν οι Έλληνες πως όσο επιπόλαια κι αδιάφορα και αν αντιμετώπιζαν τη Δημόσια Ζωή και την Πολιτική, ως ανεύθυνοι, αφελείς ή / και ιδιοτελείς ψηφοφόροι ανίκανων, ανερμάτιστων κι αργυρώνητων πολιτικών, όσες μικρές χάρες κι αν ζητούσαν κι έπαιρναν για τον εαυτό τους, όσες μεγάλες χάρες κι αν επέτρεπαν σε αντάλλαγμα στους εκλεκτούς τους πολιτικούς, η αγελάδα Ελλάδα θα συνέχιζε να κατεβάζει αέναα το ίδιο ακριβώς παχύ κι ευωδιαστό γάλα, ακόμα κι όταν θα είχε πια γίνει επώνυμες μπριζόλες και φιλέτα.

Ακόμα και τώρα, που έχουν απομείνει από το γλέντι μόνο κάτι κοκκαλάκια για σουπίτσα, και πέφτουν οσονούπω οι τίτλοι του τέλους του καρτούν, «κάποιοι» περιμένουν την επόμενη σκηνή, όπου με μαγικό τρόπο η αγελάδα τους θα είναι και πάλι ακέραιη, ολόπαχη, όλο υγεία και σφρίγος- για να την ξανααρμέξουν και να την ξαναμακελέψουν. Σαν καρτούν.

Όσα "καρτούν" όμως πίστεψαν πως ήταν ο Σούπερμαν και δοκίμασαν ν’ απογειωθούν από την ταράτσα, τσακίστηκαν στον ακάλυπτο…



14 Ιαν 2012

το λειΨό φεγγάΡι


To ΛειΨό φεΓΓάρι

Ένα παγωμένο βράδυ, ενός θλιμμένου χειμώνα, λίγο πριν τα μεσάνυχτα, ένας τεράστιος, κατάλευκος, περιπλανώμενος Δράκος εμφανίστηκε στον ουρανό, πίσω από την Πανσέληνο. Την πλησίασε ύπουλα και αθόρυβα, της τράβηξε χωρίς καμμία ντροπή μια γερή δαγκωνιά, και την άφησε εκεί, πληγωμένη, να αιμορραγεί λευκό, μαργαριταρένιο φεγγαρίσιο αίμα.

Κανένας δεν πρόσεξε το δράμα που εκτυλίσσονταν ψηλά στον ουρανό. Γιατί ήταν, είπαμε, ένας θλιμμένος χειμώνας, και οι άνθρωποι είχαν πάψει να κοιτάζουν ψηλά. Ούτε οι ελάχιστοι άνθρωποι που κυκλοφορούσαν εκείνην την προχωρημένη ώρα. Ούτε οι καντινιέρηδες που έψηναν μπροστά στις κατάφωτες καντίνες τους για να ταΐσουν τους ξενύχτηδες. Ούτε καν το αιώνιο ερωτευμένο ζευγαράκι, που φιλιέται μυριάδες χρόνια τώρα, στην Παραλία, μπροστά στο Λευκό Πύργο. Μόνο κάτι περαστικά συννεφάκια το πρόσεξαν, μα τα συννεφάκια δεν είναι μαρτυριάρικα, ούτε κι ανακατεύονται στις ξένες δουλειές, παρόλο που βλέπουν σχεδόν τα πάντα- κι έτσι δεν μίλησαν ούτε κι αυτά.

Την Σελήνη όμως την πήρε το παράπονο, έτσι που ένιωσε μόνη, πληγωμένη, κι ανυπεράσπιστη. Καταράστηκε λοιπόν τον Κόσμο να μην ξαναξημερώσει, να μείνει για πάντα όπως ήταν εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ, κρύος, σκοτεινός, και θλιμμένος. Όπως ο Χρόνος.

Η κατάρα της φυσικά έπιασε, γιατί οι κατάρες της Σελήνης πάντα πιάνουν, κι αλίμονο σε κείνον που θα τις υποστεί. Όλα πάγωσαν, κι ο Κόσμος ερήμωσε.

Όμως ο περιπλανώμενος Δράκος, βλέποντας πως δεν υπήρχε πια κανείς να υπερασπιστεί τη Σελήνη, πήρε θάρρος, και ξαναγύρισε. Μια νέα γερή δαγκωνιά, κι εκείνη απέμεινε ακόμα πιο λίγη, ακόμα πιό λειψή. Αυτό γινόταν κάθε βράδυ, ώσπου από τον όμορφο λαμπερό της δίσκο δεν είχε απομείνει παρά μια μικρή, κιτρινωπή φέτα, σαν κομμένο νύχι. Κι ύστερα, ένα βράδυ, τίποτα πια. Απόλυτο σκοτάδι. Τότε ο Δράκος, χορτάτος και χαρούμενος, όσο χορτάτος κι όσο χαρούμενος μπορεί να είναι ένας Δράκος, φτερούγισε μακριά, για άλλους Κόσμους.

Κι έτσι, μαζί με τη Σελήνη, έσβησε κι η κατάρα της: ξημέρωσε ξανά, κι όλα στον Κόσμο άρχισαν σιγά σιγά να κυλάνε όπως πριν. Ακόμα κι η Σελήνη, δειλά δειλά, άρχισε να ξαναμεγαλώνει τις νύχτες στον Ουρανό. Η Νέα αυτή Σελήνη όμως, δεν θυμόταν τίποτ' απ' όλ' αυτά. Ούτε κι οι νέοι άνθρωποι.

Αλλά οι άνθρωποι, έτσι κι αλλιώς, ποτέ δεν θυμούνται τίποτα.

Γι αυτό κι υπάρχουν ακόμα Δράκοι.

μ
14-1-2012

7 Ιαν 2012

Θά 'ρχεσαι, πάΝτα



Θά 'ρχεσαι πάντα
ως τη μέρα που
πια δε θα ρθεις

θά 'μαι εδώ, πάντα
ως τη μέρα που
δε θα με βρεις...