ΤΟ ΤέΡΑΣ
ΤΟ ΤέΡΑΣ
Φως. Τεράστιο. Κινείται. Θάνατος. Τρέχω...
Το Τέρας ήταν κρυμμένο κάτω από το πατάκι. Μόλις το σήκωσα άρχισε να τρέχει πέρα δώθε σαν τρελλό, κουνώντας υστερικά τα φρικτά, πολλαπλά του ποδαράκια, και τις απαίσιες, μακριές του κεραίες. Ήταν μια από εκείνες τις τεράστιες κατάμαυρες κατσαρίδες, μεγάλη σαν γιγάντια ελιά ή σαν μικρό δαμάσκηνο. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν, φυσικά, να την πολτοποιήσω με τη σόλα μου.
Τρέχω. Φώς. Κινείται. Θάνατος. Τρέχω να κρυφτώ. Τεράστιο. Θάνατος. Τρέχω…
Κι ύστερα σκέφτηκα πως γι’ αυτό το μικροσκοπικό, ναι, και άκακο, ναι, πλασματάκι, που τρέφεται με φρούτα και ψίχουλα, εγώ είμαι το τέρας. Σκέφτηκα πως τρέχει γιατί είναι τρομοκρατημένο, γιατί φοβάται, με φοβάται, γιατί ξέρει, με τον τρόπο του, πως αν τα καταφέρω να το πιάσω, αν δεν τρέξει αρκετά γρήγορα να κρυφτεί, θα το λιώσω. Τρέχει να σωθεί.
Τρέχω. Θάνατος. Τρέχω. Σκοτάδι. Ασφάλεια. Στοπ.
Ζήσε, τέρας. Κι ας έκανες το τεράστιο λάθος να βρίσκεσαι εκεί που δεν πρέπει: κάτω από το πατάκι του μπάνιου μου. Στο κατάλυμά μου. Στη φωλιά του Τέρατος…
μ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου