ΑΒΑΣΤΑΧΤΟ, ΤΟ ΑΡΩΜΑ ΤΟΥ ΘΑΝΆΤΟΥ, ΠΆΝΩ ΣΤΟΥΣ ΖΩΝΤΑΝΟΥΣ...
.
Βρισκόμουν πριν από λίγη ώρα στο γραφείο του ασφαλιστή μου, για ένα μικροατύχημα: Μια πόρτα άνοιξε από το βάρος της και έσπασε το πλαϊνό φλασάκι ενός διερχόμενου αυτοκινήτου. Ζημιά 20 Ευρώ. Αλλά η κυρία που επέβαινε στο όχημα ήταν ιδιαίτερης βλακείας, να φανταστείτε επέμενε να καλέσουμε αστυνομία να καταγράψει το συμβάν, και όταν της είπα ότι η γρατζουνιά στην πόρτα δεν ήταν από την δική μου πόρτα γιατί ήταν σκουριασμένη, επομένως ήταν παλιά, θεώρησε λέει ότι προπσπαθώ να την... εκβιάσω και απειλούσε με μηνύσεις. Τέλος πάντων είναι θέμα ασφαλιστικών, εγώ δεν θα ασχοληθώ καθόλου. Πήγα για άλλο λόγο στον ασφαλιστή, που είναι και φίλος, και με την ευκαιρία τηλεφώνησε να ρυθμίσει και το φλασάκι της κυρίας Μπουχλουμπού. Ο άντρας της που απάντησε δεν θυμόταν τον αριθμό του αυτοκινήτου του, και περιμέναμε να τον βρει.
Την ώρα εκείνη, ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ένας άνθρωπος που η φυσιογνωμία του μού ήταν γνωστή (στην μικρή μας πόλη όλοι είμαστε λίγο πολύ γνωστοί). "Καλώς τον Τάδε" λέει ο Τάκης ο ασφαλιστής. Ο άλλος απαντά με νεύμα. "Είσαι καλά"; Πάλι νεύμα, απροσδιόριστης σημασίας. Γυρίζω να τον κοιτάξω, είναι αξύριστος, σκυθρωπός. Ντυμένος στα γκριζόμαυρα. "Συμβαίνει τίποτα;" λέει ο απτόητος ασφαλιστής.
"Σκοτώθηκε ο γιός μου το Σάββατο", απαντάει τελικά ο άνθρωπος.
Απ' όσα άκουσα, το παιδί, 29 ετών, υπηρετούσε στον Έβρο, και ξεκίνησε με τη μηχανή του να έρθει στην Βέροια να ψηφίσει. Κάπου στην Ξάνθη έγινε το ατύχημα. Μπαμ και κάτω.
Είναι κάποιες στιγμές που δεν έχεις τίποτα να πεις, όσο και να θέλεις. Ήθελα να τον συλληπηθώ, αλλά μού φαινόταν γελοίο. Ήθελα να τον ρωτήσω αν έχει άλλα παιδιά, να του ευχηθώ να είναι γερός να τον θυμάτια και να στηρίζει την γυναίκα του κα τα άλλα παιδιά του, αλλά ό,τι και να σκεφτόμουν να πω, μού φαινόταν γελοίο και άτοπο.
Κι έτσι δεν είπα τίποτα. Δεν μπόρεσα να πω κάτι. Κάποιοι υπάλληλοι που βρίσκονταν στο γραφείο είπαν συλληπητήρια, ο Τάκης αφού ξεπέρασε το αρχικό σοκ με επαγγελματική ψυχραιμία κοίταξε τις λεπτομέρειες του ασφαλιστηρίου, λέγοντας συνεχώς "πώωω, πώωωωω...", κι εγώ έφυγα τρέχοντας, χωρίς να μπορέσω να πώ κάτι στον πατέρα του νεκρού, που καθόταν δίπλα μου. Είπα ένα γενικό "καλό μεσημέρι" και την κοπάνησα το συντομότερο.
Αβάσταχτο, το άρωμα του θανάτου, πάνω στους ζωντανούς....
.
Βρισκόμουν πριν από λίγη ώρα στο γραφείο του ασφαλιστή μου, για ένα μικροατύχημα: Μια πόρτα άνοιξε από το βάρος της και έσπασε το πλαϊνό φλασάκι ενός διερχόμενου αυτοκινήτου. Ζημιά 20 Ευρώ. Αλλά η κυρία που επέβαινε στο όχημα ήταν ιδιαίτερης βλακείας, να φανταστείτε επέμενε να καλέσουμε αστυνομία να καταγράψει το συμβάν, και όταν της είπα ότι η γρατζουνιά στην πόρτα δεν ήταν από την δική μου πόρτα γιατί ήταν σκουριασμένη, επομένως ήταν παλιά, θεώρησε λέει ότι προπσπαθώ να την... εκβιάσω και απειλούσε με μηνύσεις. Τέλος πάντων είναι θέμα ασφαλιστικών, εγώ δεν θα ασχοληθώ καθόλου. Πήγα για άλλο λόγο στον ασφαλιστή, που είναι και φίλος, και με την ευκαιρία τηλεφώνησε να ρυθμίσει και το φλασάκι της κυρίας Μπουχλουμπού. Ο άντρας της που απάντησε δεν θυμόταν τον αριθμό του αυτοκινήτου του, και περιμέναμε να τον βρει.
Την ώρα εκείνη, ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ένας άνθρωπος που η φυσιογνωμία του μού ήταν γνωστή (στην μικρή μας πόλη όλοι είμαστε λίγο πολύ γνωστοί). "Καλώς τον Τάδε" λέει ο Τάκης ο ασφαλιστής. Ο άλλος απαντά με νεύμα. "Είσαι καλά"; Πάλι νεύμα, απροσδιόριστης σημασίας. Γυρίζω να τον κοιτάξω, είναι αξύριστος, σκυθρωπός. Ντυμένος στα γκριζόμαυρα. "Συμβαίνει τίποτα;" λέει ο απτόητος ασφαλιστής.
"Σκοτώθηκε ο γιός μου το Σάββατο", απαντάει τελικά ο άνθρωπος.
Απ' όσα άκουσα, το παιδί, 29 ετών, υπηρετούσε στον Έβρο, και ξεκίνησε με τη μηχανή του να έρθει στην Βέροια να ψηφίσει. Κάπου στην Ξάνθη έγινε το ατύχημα. Μπαμ και κάτω.
Είναι κάποιες στιγμές που δεν έχεις τίποτα να πεις, όσο και να θέλεις. Ήθελα να τον συλληπηθώ, αλλά μού φαινόταν γελοίο. Ήθελα να τον ρωτήσω αν έχει άλλα παιδιά, να του ευχηθώ να είναι γερός να τον θυμάτια και να στηρίζει την γυναίκα του κα τα άλλα παιδιά του, αλλά ό,τι και να σκεφτόμουν να πω, μού φαινόταν γελοίο και άτοπο.
Κι έτσι δεν είπα τίποτα. Δεν μπόρεσα να πω κάτι. Κάποιοι υπάλληλοι που βρίσκονταν στο γραφείο είπαν συλληπητήρια, ο Τάκης αφού ξεπέρασε το αρχικό σοκ με επαγγελματική ψυχραιμία κοίταξε τις λεπτομέρειες του ασφαλιστηρίου, λέγοντας συνεχώς "πώωω, πώωωωω...", κι εγώ έφυγα τρέχοντας, χωρίς να μπορέσω να πώ κάτι στον πατέρα του νεκρού, που καθόταν δίπλα μου. Είπα ένα γενικό "καλό μεσημέρι" και την κοπάνησα το συντομότερο.
Αβάσταχτο, το άρωμα του θανάτου, πάνω στους ζωντανούς....
.
8 σχόλια:
Ό,τι είχες να πεις, το έγραψες σ' αυτο το post. Πολύ ανθρώπινο. Σε κάνει ν΄αναρωτιέσαι αν αξίζει ν΄' ασφαλίζεις κάτι σ΄ αυτή τη ζωή...
Σωστά...ούτε κι εγώ μπορώ να πω τίποτα σε παρόμοιες περιστάσεις, καμμιά φορά ούτε τα τυπικά....
Είναι από τις χειρότερες στιγμές που μπορείς να βρεθείς στη ζωή σου.
Λένε ότι η μεγαλύτερη ευχή που μπορείς να δώσεις σε άνθρωπο είναι να τον θάψει το παιδί του- να μη το θάψει εκείνος. Πολύ δύσκολες καταστάσεις. Πολύ.
Έχω βρεθεί σε σχεδόν ίδια κατάσταση... δραματικό...
Μόνο σιωπή ταιριάζει σε τέτοιες περιπτώσεις. Και η ευχή ο χρόνος να απαλύνει τον πόνο.
Θα έπρεπε μόνο να βρισκόταν κοντά η κυρία με το φλασάκι. Ίσως να την ταρακουνούσε, αν και αμφιβάλλω.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερος πόνος στη ζωή από αυτόν του γονιού που χάνει το παιδί του...
το χειρότερο που μπορείς να κάνεις είναι...να μην πεις τίποτα!
και ξέρω γιατί μιλάω!
Δημοσίευση σχολίου