Το πακέΤο
(προδημοσίευση του Επιλόγου από το "Ταξίδι της Επιστροφής")
«Τότε που ήμουν χριστιανή», μού έλεγε μια φίλη στρατευμένη κομμουνίστρια, «με μαρκάρανε στενά κάτι καλόγριες, θέλανε να με κρατήσουν στο μοναστήρι τους». Ως φιλοξενούμενη;» τη ρώτησα. «Όχι, ως αδελφή!», μού απάντησε.
Στην αρχή παραξενεύτηκα, δεν φανταζόμουν πως η συγκεκριμένη μορφωμένη και έξυπνη κοπέλα, ήταν κάποτε φανατική θρήσκα, σε βαθμό να φλερτάρει με το μοναχισμό. Μετά όμως θυμήθηκα πως ο χριστιανισμός και ο κομμουνισμός μοιάζουν πάρα πολύ- μοιάζουν στα ακλόνητα μαξιμαλιστικά τους ιδανικά, στην απόλυτή τους πίστη πως κατέχουν την απόλυτη Αλήθεια, στον εγγενή τους πατερναλισμό, στο φανατισμό τους, μοιάζουν στις ατέλειωτες εκατόμβες νεκρών και κατεστραμμένων ζωών που έχουν προκαλέσει, άμεσα ή έμμεσα, στο όνομα του Θεού - Πατερούλη τους.
Εγώ όμως δεν θα μπορούσα να είμαι ούτε χριστιανός, ούτε κομμουνιστής- όχι γιατί δεν με συγκινεί η Αγάπη και η Κοινωνική Δικαιοσύνη, το αντίθετο! Δεν μπορώ όμως να τις δεχτώ μέσα σ’ ένα πακέτο που περιλαμβάνει από τη μια (χριστιανισμός) τραγελαφικά προπατορικά αμαρτήματα, μαζοχιστές, παιδοκτόνους, ερωτομανείς Προφήτες, αλλά και παρθενογενέσεις, μίσος για το σώμα, πίστη σε ανάσταση και αιώνια ζωή, κι από την άλλη (κομμουνισμός) το δόγμα της δικτατορίας του προλεταριάτου, τα γκουλάγκ, τις ευκαιριακές συμμαχίες με το Χίτλερ, τις Δίκες της Μόσχας, σατανικές μυστικές αστυνομίες, το σιδερένιο παραπέτασμα. Με τον ίδιο τρόπο, παρεμπιπτόντως, δεν θα μπορούσα ποτέ να είμαι νεοφιλελεύθερος- όχι γιατί δεν υπάρχει λογική στη θεωρία τους, αλλά γιατί τους λείπει τελείως η ανθρωπιά. Με λίγα λόγια, σε καμμία από τις τρεις αυτές κοσμοθεωρίες, δεν μού κάνει το πακέτο.
Με τρόμο λοιπόν σκέφτομαι πόσοι από αυτούς τους καλούς ανθρώπους, τους φανατικούς υποστηρικτές των δύο Πακέτων της Αρετής, Χριστιανοί και Κομμουνιστές, αν τους δινόταν η ευκαιρία, θα μ’ έκαιγαν ευχαρίστως στην πυρά, ή θ μ’ έστηναν χωρίς τύψεις στον τοίχο, για να απαλλαχτούν από μένα τον αιρετικό – ρεβιζιονιστή κι από την ασυγχώρητη Αμαρτία μου, την αμφισβήτηση του Ιερού τους Δόγματος. Και θα το έκαναν αυτό με την πρώτη υστερική κραυγή εναντίον μου, με την πρώτη «αγανακτισμένη» καταγγελία εναντίον του μαύρου πρόβατου - γάτου, που χαλάει τη συνταγή της Σωτηρίας. Και θα το έκαναν αυτό χωρίς καμμία τύψη, με ειλικρινή πίστη ότι κάνουν το σωστό, το ηθικό, το πρέπον, το επαναστατικό.
…«Με βάλανε τότε φυλακή με την πλήρη συγκατάθεση του πατέρα της. Ήμουν κατευθείαν για το εκτελεστικό απόσπασμα. Έξι μήνες μετά, εκτέλεσαν τον ίδιο, ενώ εγώ στάθηκα τυχερός, και γλύτωσα από του χάρου τα δόντια».
«Δηλαδή είναι κόρη ενός παλιάνθρωπου», είπε ο γιατρός Σκρέτα.
Ο Ιάκωβος σήκωσε τους ώμους. «Πίστεψε πως είμαι εχθρός της επανάστασης. Άρχισαν όλοι να το λένε, κι αυτός το πίστεψε».
«Τότε γιατί έλεγες πως ήταν φίλος σου;»
«Ήμασταν φίλοι. Κι είχε γι’ αυτόν μεγάλη σημασία που ψήφισε υπέρ της φυλάκισής μου. Απόδειξε έτσι πως βάζει τα ιδανικά πάνω από τη φιλία. Τη στιγμή που με κατάγγελνε ως προδότη της επανάστασης, μέσα του, νομίζω, καταπίεζε τα προσωπικά του συναισθήματα, για χάρη κάποιου υψηλού σκοπού- κι αυτό το ζούσε σαν μεγάλη πράξη της ζωής του».
«Κι αυτή είναι η αιτία που αγαπάς αυτήν την άσχημη κοπέλα;» [την κόρη του εκτελεσμένου του «φίλου»]
… «Απλώς τη λυπήθηκα μόλις την είδα για πρώτη φορά. Ήταν παιδί ακόμα όταν τους έδιωξαν από το σπίτι τους- έζησε με τη μητέρα της σε κάποιο ορεινό χωριό, όπου οι άνθρωποι φοβόντουσαν να έχουν σχέσεις μαζί τους. Για πολύ καιρό δεν είχε δικαίωμα να σπουδάσει, αν και είναι προικισμένο κορίτσι. Είναι φοβερό να καταδιώκουν τα παιδιά εξαιτίας των γονιών. Έπρεπε λοιπόν κι εγώ να την μισήσω, εξαιτίας του Πατέρα της; Τη λυπήθηκα. Τη λυπήθηκα που της εκτέλεσαν τον πατέρα, και τη λυπήθηκα που ο πατέρας της έστειλε το φίλο του κατευθείαν στο θάνατο».
Μίλαν Κούντερα, «Το βαλς του αποχαιρετισμού»
Και θα με έκαιγαν στην πυρά όλοι αυτοί οι «φίλοι» χωρίς να έχω καμμιά πιθανότητα να υποστηρίξω την άποψή μου και να διεκδικήσω το δικαίωμά μου να την υποστηρίζω: Γιατί είναι αδύνατον να σταθείς απέναντι στον φανατικό, πολύ περισσότερο δε απέναντι στον όχλο, και να τού μιλήσεις λογικά. Και γιατί είναι πολύ πιο εύκολο είναι να δημιουργήσεις εντυπώσεις, από το να καταδείξεις την αλήθεια. Πώς ν’ αποδείξεις ότι δεν είσαι Ελέφας;
«Έτρεχε ο Λαγός σαν παλαβός μέσα στη ζούγκλα. Τον βλέπει η αλεπού και του λέει, τι έπαθες ρε Λαγέ και τρέχεις; Άσε, πλάκωσαν οι κυνηγοί Ελεφάντων, λέει ο Λαγός. Γελάει η Αλεπού, καλά, Ελέφαντας είσαι και τρέχεις; Αν αρχίσουν αυτοί να βαράνε, ξαναλέει ο Λαγός, άντε ν’ αποδείξεις πως δεν είσαι Ελέφας…»
Το ανελέητο ερώτημα γα τον σκεπτόμενο άνθρωπο, που βρίσκεται ανάμεσα στις συμπληγάδες των ανθρώπων- κτηνών από τη μια, δηλαδή των φασιστών και κάθε λογής φασιστοειδών που θεοποιούν τη Δύναμη, και των επιπόλαιων και ανώριμων μαξιμαλιστών Ιδεολόγων από την άλλη, είναι: μιλάω, ή δε μιλάω; Παίρνω θέση, ή το βουλώνω;
«Μέσα στη ζωή ποτέ μη ζητάς να βρεις
ποιος είναι ο Δικαστής
ποιος είναι ο Δικαστής
να περπατάς, και πάντα να ζητάς
πού θα πας να κρυφτείς»
Νίκος Γκάτσος, "Το βαλς των Σκύλων"
«Λάθε βιώσας», ζήσε κρυφά, είπε ο Επίκουρος. Το κεφάλι του το γλύτωσε, άρα καλά το είπε, αλλά τα γραπτά του έγιναν όλα μα όλα στάχτη, από τους ευσεβείς χριστιανούς που τον έκαναν τον έρμο κόκκινο πανί. Μόνο κάτι αποφθέγματά του σώθηκαν, κι αυτά μέσα σε βιβλία άλλων, ως αναφορές, συνήθως στην προσπάθεια να τα αντικρούσουν.
Το βιβλίο αυτό, αν ποτέ εκδοθεί, αν το κρατάς στα χέρια σου, είναι μια σαφής παράβαση του κανόνα αυτού. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: ή ότι οι καιροί θα έχουν ωριμάσει για την Ανθρώπινη Οδό, ή ότι απλά είμαι βλάκας και κάνω βλακείες, κι ας ξέρω πως θα τις πληρώσω ακριβά. Κι αυτό, φαντάσου, χωρίς να πιστεύω στην Αιώνια Ζωή ή στην Αταξική Κοινωνίαμ παρά μόνο στην Ανθρώπινη Αλήθεια.
Η Ανθρώπινη Οδός της Αλήθειας: Αυτό μόνο μένει στον σκεπτόμενο άνθρωπο του 21ου αιώνα, που έχει την ανεπανάληπτη τύχη αλλά και την φοβερή ευθύνη να έχει πρόσβαση σε όλη την Ανθρώπινη Περιπέτεια ανά τους αιώνες, τόσο από πλευράς θεωρίας, όσο και πράξης. Όταν οι ουτοπίες που δηλώνουν ή δεν δηλώνουν τον εαυτό τους ως τέτοια έχουν ήδη δοκιμαστεί και αποτύχει παταγωδώς, όταν όλες οι βεβαιότητες έχουν καταρρεύσει, όταν όλοι οι Ιδεαλισμοί έχουν ντροπιαστεί στην πράξη, τότε ο μόνος δρόμος είναι η Αλήθεια- όχι όμως η ιδεατή «αλήθεια» που δήθεν υπαγόρευσε κάποιος Θεός, ή που την γέννησε ένας υπερφίαλος και ανεδαφικός ανθρώπινος εγκέφαλος- η Αληθινή Αλήθεια, εκείνη που κουβαλάμε χαραγμένη στα γονίδια και στους εγκεφάλους μας, η υλική και βιολογική Αλήθεια που ζούμε τώρα και εδώ, όλοι μαζί, σε αυτόν τον δύσκολο και σκληρό Κόσμο- Κόσμημα, η Αλήθεια που δημιουργούμε αλληλεπιδρώντας στις Κοινωνίες μας. Η «κόλαση των ζωντανών», που μπορεί όμως, από κάποιες πλευρές, να μοιάζει Παράδεισος.
«Δύο τρόποι υπάρχουν για να γλυτώσεις από το μαρτύριό της: γίνε μέρος της, ώστε να μην την βλέπεις πια. Ο τρόπος αυτός είναι εύκολος για τους πολλούς. Ή αλλιώς, και ο τρόπος αυτός είναι δύσκολος, και απαιτεί γνώση και συνεχή επαγρύπνηση, ψάξε και μάθε να ξεχωρίζεις, μέσα στην κόλαση, τι δεν είναι κόλαση, και σε αυτό, δώσε διάρκεια». Ίταλο Καλβίνο, «Οι Αόρατες Πόλεις»
Είναι ο Κόσμος αγγελικά πλασμένος; Φυσικά και όχι. Είναι ο Κόσμος δίκαιος; Φυσικά και όχι. Είναι ο Κόσμος «ανθρώπινος»; Φυσικά όχι. Είναι βίαιος και άδικος. Είναι ο Κόσμος λογικός; Κι όμως, είναι.
Είναι ο Άνθρωπος… ανθρώπινος; Είναι ο Άνθρωπος λογικός; Είναι ο Άνθρωπος «καλός»;
«Ο Ιάκωβος αγαπούσε την τρυφερότητα και την ευγένεια, αλλά ήταν βέβαιος πια πως αυτές δεν είναι ανθρώπινες ιδιότητες. Ήξερε καλά τους ανθρώπους, γι αυτό και δεν τους αγαπούσε πιά».
Μίλαν Κούντερα, «Το Βαλς του Αποχαιρετισμού»
Μίλαν Κούντερα, «Το Βαλς του Αποχαιρετισμού»
Να γνωρίζεις τους Ανθρώπους, Αληθινά, με τα όριά τους, με τις αδυναμίες τους και με τα ελαττώματά τους, και να μπορείς να τους αγαπάς, στο βαθμό που τους αξίζει, χωρίς να γίνεσαι μισάνθρωπος όπως ο Ιάκωβος. Να γνωρίζεις τα Αληθινά όριά σου και να έχεις την δύναμη να ΜΗΝ τα ξεπερνάς. Να γνωρίζεις τη ζωή, με τα βάσανα της, την ευθραυστότητά της, και την περιορισμένη της διάρκεια, και να μπορείς να την αγαπάς.
Να γνωρίζεις την Αλήθεια, για τον Εαυτό σου, για τους Άλλους, και για τον Κόσμο, και μέσα σε αυτήν την σκληρή, ναι, και δυσάρεστη, ναι, Αλήθεια, να μπορείς να είσαι όσο γίνεται, ναι, Ευτυχισμένος.
Αυτά ήθελα να σού πω.