21 Νοε 2010

"ΨΙΛΙΚά – ΖΑΧΑΡώΔη"



Είναι ένα μικρούτσικο μαγαζάκι, σ΄ένα βρώμικο ανηφορικό δρομάκι της μεγάλης πόλης. Όλη του η πραμάτεια μαζί αξίζει δεν αξίζει τρία ψηφία. Μένει ανοιχτό όλη μέρα κι όλη νύχτα, όλες τις μέρες και όλες τις νύχτες του χρόνου. Όταν έξω κάνει καύσωνα, μέσα είναι φούρνος. Όταν έξω κάνει κρύο, μέσα είναι ψυγείο. Κι όταν έξω κάνει κρίση, μέσα είναι απελπισία.

Μπήκα βραδάκι Σαββάτου ενός Αυγούστου που καιγόταν ο τόπος κι όλοι όσοι μπορούσαν να φύγουν την είχαν ήδη κάνει για κάπου αλλού. Για πολλά τετράγωνα τριγύρω δεν υπήρχε ούτε μαγαζί ανοιχτό, ψυχή δεν κυκλοφορούσε στους γύρω δρόμους. Η έρημη τσιμεντούπολη ήταν ανυπόφορα ζεστή και υγρή, αλλά μέσα στο κατάφωτο, φτωχικό μαγαζάκι, ήταν ακόμα χειρότερα. Ανάμεσα σε μισολιωμένες σοκολάτες και καταταλαιπωρημένες γκοφρέτες και βραστά κρουασάν και σακουλάκια πατατάκια, ένα μισοάδειο ψυγείο με πεντέξι μπουκάλια αναψυκτικά κι ένα μισογεμάτο με παγωτά, μπροστά από ένα ράφι με νεσκαφέ, αναπτήρες και τσατσάρες, πίσω από ένα χαμηλό τραπεζάκι, καθόταν ένας χοντρός και φαλακρός ανθρωπάκος, που ίδρωνε και ξεΐδρωνε με ολύμπια υπομονή. Ένα φτηνό ραδιάκι έπαιζε λυπημένη μουσική. 


Ήθελα κάτι καραμέλες. Δεν είχε.

Ήμουν μόνος και ζητούσα κάτι γλυκό για να ξεγελάσω την πικρή μοναξιά μου. Δεν τολμούσα καν να σκεφτώ να πάρω κάτι από τα ψητά σοκολατοειδή γύρω μου. Κι όμως πήρα κάτι-τι, έτσι για ν’ αφήσω και κάτι-τι  στον ανθρωπάκο που επέμενε να μένει στην πόλη, και ν' ανοίγει το μαγαζάκι του, και να λιώνει, μαζί με τις σοκολάτες του και με μένα. 


Όταν όλα πάνε κατά διαόλου και στραβώνουν και όλοι φεύγουν για να σωθούν, τι άλλο απομένει, αν όχι η αλληλεγγύη μεταξύ των τελευταίων... Είχε μπει κανείς εκτός από εμένα στο μαγαζάκι  εκείνην την ημέρα; Είχε πουλήσει άραγε τίποτα εκείνην την ημέρα ο "Χρήστος Κ. Ιωάννου, Ψιλικά-Ζαχαρώδη, Αγίας Ιουλίας 32, Φ΄ΔΟΥ Θεσσαλονίκης"; Πόσο «εμπόρευμα»; Πόσης αξίας; Με πόσο ΦΠΑ; Με ποιό κέρδος; Με ποιό κόστος;…

Ο κάθιδρος παραιτημένος ανθρωπάκος με ευχαρίστησε, μού έδωσε τα ρέστα και την απόδειξη χωρίς να σηκωθεί από πίσω από το τραπεζάκι του, μού έδειξε κάτι τσιχλίτσες σ' ένα κουτάκι μπροστά του, και μού είπε «πάρε και μια τσίχλα δώρο από μένα»

Πήρα

.

5 σχόλια:

Γκιωνης είπε...

. Πολλές φορές έχω αισθανθεί, ένας Γκιώνης στην μεγάλη πόλη, αυτήν την "αλληλεγγύη τών τελευταίων". Αλλά δεν το είχα συνειδητοποιήσει με τον τρόπο που το παρουσίασες.
. Σ' ευχαριστώ που μού το έκανες πιό συγκεκρμμένο.

Rodia είπε...

Νά'σαι καλά βρε Γατούλη μου :))
Εμεις, ολοκληρη γειτονια, δεν καταφεραμε να κρατησουμε το μπακαλικακι του κυρ Αποστολου ανοιχτο...

Ανώνυμος είπε...

Του κόσμου όλου η ουσία, μπορεί να στριμωχτεί και να χωρέσει μέσα σε μια τσιχλίτσα, αρκεί, της ψυχούλας μας η μικρή αλήθεια, να πιστέψει ότι μπορεί να αναμετρηθεί με ένα φοβιστερό τοίχο και να τον νικήσει.

AMANTA είπε...

Και το ερώτημά μου είναι: Αισθάνεται μοναξιά; ή τα έχει βρει με τον εαυτό του και του αρκεί η φωνή του εκφωνητή;

Ανώνυμος είπε...

Ας μου επιτρέψει ο φίλος Γκιώνης , να επαναλάβω το σχόλιο του και σαν δικό μου σχόλιο εδώ . Βρίσκω ότι δεν έχω να πω τίποτα αλλιώτικο :
Πολλές φορές έχω αισθανθεί,αυτήν την "αλληλεγγύη τών τελευταίων". Αλλά δεν το είχα συνειδητοποιήσει με τον τρόπο που το παρουσίασες. Σ' ευχαριστώ που μού το έκανες πιό συγκεκρμμένο.
Καλημέρα Γάτε .