14 Φεβ 2007

Ο ΨΑΡΑΣ, ΠΟΥ ΑΝΕΒΑΣΕ, ΚΙ ΕΡΙΞΕ ΠΑΛΙ ΠΙΣΩ ΣΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ, ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ...


Έτσι σ' ’έχω κοιτάξει πού μού αρκεί
Νά '’χει ο χρόνος όλος αθωωθεί
Μές στό αυλάκι που τό πέρασμά σου αφήνει
Σάν δελφίνι πρωτόπειρο ν' ’ακολουθεί
Καί νά παίζει μέ τ' ’άσπρο καί τό κυανό η ψυχή μου !

Νίκη, νίκη όπου έχω νικηθεί
Πρίν από τήν αγάπη καί μαζί
Γιά τή ρολογιά καί τό γκιούλ-μπιρσίμι
Πήγαινε, πήγαινε κι ας έχω εγώ χαθεί

Μόνος, κι ας είναι ο ήλιος που κρατείς ένα παιδί νεογέννητο
Μόνος, κι ας είμ' ’εγώ η πατρίδα που πενθεί
Ας είναι ο λόγος που έστειλα να σού κρατεί δαφνόφυλλο
Μόνος, ο αέρας δυνατός καί μόνος τ’' ολοστρόγγυλο
Βότσαλο στό βλεφάρισμα του σκοτεινού βυθού
Ο ψαράς που ανέβασε κι έριξε πάλι πίσω στούς καιρούς τόν Παράδεισο !

Οδυσσέας Ελύτης, Το Μονόγραμμα, VI
.

3 σχόλια:

ο δείμος του πολίτη είπε...

Η μάνα θάλασσα. Το γέννημα σαν έσμιξαν ο Ουρανός με τη μητάρα Γη. Τα δάκρυα του Ουρανού όταν η Γη εωρεύτηκε τον Ήλιο.

Μαύρος Γάτος είπε...

Καλησπέρα Δείμο, να συμπεράνω από την ποιητική σου διάθεση ότι εορτάζεις;;;;

Χρόνια μας πολλά Σ:)))))))

Ανώνυμος είπε...

"...
επειδή το αδοκίμαστο και το απ' αλλού φερμένο
δεν τ' αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ' ακούς?

...Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν, μ' ακούς?
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ' ακούς?..."